Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009

Ανακοίνωση Εφορευτικής Επιτροπής για τις εκλογές στον ΠΣΥΥΕΝ

ΠΕΙΡΑΙΑΣ 27-11-2009

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ Ε.Ε.

1.Από τις διαδικασίες της Γενικής Συνέλευσης που πραγματοποιήθηκαν στις 25-11-2009 για τις αρχαιρεσίες του Π.Σ.Υ.Υ.Ε.Ν. προέκυψαν τα ακόλουθα μέλη της κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής:

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΚΡΟΜΜΥΔΑΣ ΚΟΣΜΑΣ

ΜΕΛΗ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΟΥ ΣΟΦΙΑ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΝΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

ΑΝΑΠΛ/ΤΙΚΟ ΜΕΛΟΣ: ΛΑΡΔΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

2. Σας γνωρίζουμε ότι τα μέλη Π.Σ.Υ.Υ.Ε.Ν. τα οποία ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν ως υποψήφιοι στις εκλογές για ανάδειξη Δ.Σ., Ελεγκτικής Επιτροπής και Αντιπροσώπους Π.Ο.Υ.Ε.Ν, καλούνται να υποβάλουν υποψηφιότητα από 30 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009 έως και την 4η ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2009 ημέρα Παρασκευή και ώρα 14.00, σύμφωνα με απόφαση του Δ.Σ. και του Άρθρου 6 του Καταστατικού.

3. Οι υποψηφιότητες θα υποβάλλονται αυτοπροσώπως ή με συστημένη επιστολή ή τηλεγραφικά στο γραφείο 129 της κας Αλεξανδρίδου Σοφίας, στον 1ο όροφο του νέου κτιρίου του Υπουργείου (Ακτή Βασιλειάδη Πύλη Ε1-Ε2 Τ.Κ. 185 10 Πειραιά) ή μέσω του fax αριθ. 210-4191869, ενυπόγραφο από τον υποψήφιο ή από εξουσιοδοτημένο άτομο του υποψηφίου. Κάθε υποψήφιος, στην αίτησή του, θα πρέπει να δηλώνει το όργανο στο οποίο επιθυμεί να εκλεγεί (Δ.Σ., Ε.Ε. ή Π.Ο.Υ.Ε.Ν.).



Η ΕΦΟΡΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΡΟΜΜΥΔΑΣ ΚΟΣΜΑΣ

ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΟΥ ΣΟΦΙΑ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΝΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

25 Νοεμβρίου η Συνέλευση, 8 - 17 Ιανουαρίου οι εκλογές στον ΠΣΥΥΕΝ

Την Τετάρτη 25 Νοεμβρίου θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα του Πειραικού Συνδέσμου η εκλογοαπολογιστική συνέλευση του συλλόγου των υπαλλήλων του ΥΕΝ, ενόψει των εκλογών του συλλόγου που θα γίνουν μεταξύ 8 και 17 Ιανουαρίου, με καθυστέρηση αρκετών μηνών και με ευθύνη της πλειοψηφίας του ΔΣ (ΠΑΣΚ και ΔΑΚ). Η συνέλευση πραγματοποιείται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο που σημαδεύεται από τις αλλαγές στη δομή του ΥΕΝ και στη δημιουργία μίας νέας κατάστασης στο επόμενο διάστημα για την οποία ο σύλλογος και η Ομοσπονδία θα πρέπει να συμβάλλουν καθοριστικά στη διαμόρφωση της. Επίσης, η συνέλευση αποτελεί σημαντική ευκαιρία να συζητηθούν και άλλα θέματα που εκκρεμούν, όπως το επίδομα των 176€ κλπ. Η παρουσία και η ενεργή συμμετοχή όλων των συναδέλφων κρίνεται απαραίτητη.

Αναδίπλωση της κυβέρνησης στο θέμα της φορολόγησης των Δημοσίων Υπαλλήλων

Αναδίπλωση της κυβέρνησης στο πάγωμα μισθών στο δημόσιο μετά τις κοινωνικές αντιδράσεις αλλά και τις εσωτερικές αναταράξεις. Αφορά βασικό μισθό 2000 ευρώ εξαιρουμένων των επιδομάτων, δήλωσε ο υπουργός οικονομικών.

Αναδημοσιεύουμε σχετικό απόσπασμα άρθρου από το Έθνος

"Επικίνδυνη ταλάντωση του κυβερνητικού οικοδομήματος προκαλούν τα μπρος - πίσω του υπουργείου Οικονομικών στο θέμα του παγώματος μισθών και συντάξεων άνω των 2.000 ευρώ. Την Τετάρτη η κυβέρνηση εμφανίστηκε να λαμβάνει ένα αυστηρό αλλά αναγκαίο, σύμφωνα με τη δική της επιχειρηματολογία και λογική, μέτρο δημοσιονομικής προσαρμογής και την Πέμπτη το πήρε ουσιαστικά πίσω, περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής και τονίζοντας τις... παροχές του προϋπολογισμού (1 δισ. στην παιδεία, 1 δισ. επίδομα αλληλεγγύης κ.ο.κ.)!
Το Μέγαρο Μαξίμου και η Πλατεία Συντάγματος έδειξαν έτσι μικρή αντοχή στις δυνάμεις που αντιστάθηκαν, τόσο από το εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ (Χρ. Παπουτσής) όσο και από εξωτερικές πηγές (συνδικάτα, κόμματα αντιπολίτευσης)."

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΑΔΕΔΥ για την εισοδηματική πολιτική

Η εισοδηματική πολιτική που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, είναι σε αντιδιαστολή με τις προεκλογικές της δεσμεύσεις. Περιλαμβάνει μηδενικές αυξήσεις για χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι θα δουν "παγωμένους" τους μισθούς τους για δεύτερη συνεχή χρονιά.
Οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο καλούνται μέσω του νέου προϋπολογισμού να πληρώσουν τα αποτελέσματα της κρίσης, τα αποτελέσματα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που τροφοδοτεί την ύφεση και χειροτερεύει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων. Η χορήγηση μηδενικών αυξήσεων σε υπαλλήλους με μικτές αποδοχές άνω των 2.000 ευρώ, συνιστά πάγωμα στις καθαρές αποδοχές από 1.400 ευρώ και άνω και αντίστοιχα για τις ίδιες κατηγορίες συνταξιούχων.
Επιπρόσθετα οι αυξήσεις 1,5%, που προβλέπονται για τους υπόλοιπους εργαζόμενους, δεν προστατεύουν αλλά αντίθετα μειώνουν το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων.
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα νέο κύμα απαξίωσης του Δημοσίου και επίθεσης στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Η Ε.Ε. της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. καλεί τους εργαζόμενους να είναι σε ετοιμότητα για να διεκδικήσουν αγωνιστικά και με απεργιακές κινητοποιήσεις την προστασία και αναβάθμιση των αποδοχών τους.

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2009

Τέλος εποχής για το στρατιωτικό μοντέλο άσκησης πολιτικής στη ναυτιλία

Αναδημοσιεύουμε από τα Ναυτικά Χρονικά άρθρο του αναπληρωτή καθηγητή του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά, Κωνσταντίνου Χλωμούδη, με τον παραπάνω τίτλο

Δύο Προεδρικά Διατάγματα, τα υπ’ αριθμ. 184 και 185 (ΦΕΚ Α 213), στις 7 Οκτωβρίου, μετεξέλιξαν το μέχρι τότε αυτόνομο υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου & Νησιωτικής Πολιτικής.
Οι αρμοδιότητες του υπουργείου μεταφέρονται σε άλλα νεοσύστατα υπουργεία.
Θετική ή αρνητική εξέλιξη; Για ποιον; Για την κοινωνία; Για τη ναυτιλία; Για τους πλοιοκτήτες; Ειδικότερα για όλους τους πλοιοκτήτες ή για τους πλοιοκτήτες που εκπροσωπούνται από την Ελληνική Επιτροπή Ναυτιλιακής Συνεργασίας του Λονδίνου (Committee); Για τους εργαζομένους στα πλοία και στο cluster γενικότερα;
Στο σχόλιο αυτό δεν θα ασχοληθούμε με εμφανείς αστοχίες για το σε ποιο υπουργείο πάει ποια Γεν. Γραμματεία (π.χ. Γ.Γ.Λ. & Λ.Π.). Όχι πως δεν είναι σημαντικό. Αλλά θα ασχοληθούμε σε επόμενο...
Θα μας απασχολήσει μόνο η επιλογή της αποστρατιωτικοποίησης της υπηρεσίας που ασχολείται, στη χώρα μας, με τα θέματα της οικονομίας της θάλασσας και άρα με τα της ναυτιλίας.
Τη θεωρούμε μια θετική εξέλιξη, δεδομένου ότι ήταν απαραίτητο να διαχωριστεί το «οικονομικο-παραγωγικό» τμήμα του υπουργείου από το υπόλοιπο, που αφορά στην ασφάλεια. Το Λιμενικό Σώμα έπρεπε πλέον να περιοριστεί σε αρμοδιότητες και καθήκοντα που πραγματικά ανταποκρίνονται στη φύση και στο λόγο ύπαρξής του. Ως εκ τούτου, ο διαχωρισμός συνιστά μια σημαντική προσπάθεια εξορθολογισμού του συστήματος, στη λογική μιας σύγχρονης διακυβέρνησης.
Προφανώς η περίοδος μετάβασης στις νέες συνθήκες θα έχει δυσκολίες και θα προκύψουν δυσλειτουργίες. Αυτό δεν μπορεί να αποτελεί αιτία για αντίσταση στην αλλαγή, αν αυτή κρίνεται μελλοντικά χρήσιμη.
Οι μόνοι λόγοι τεκμηρίωσης της παραμονής του Λ.Σ. στο προηγούμενο καθεστώς είναι αυτοί που αναφέρονται στην αναγνώριση της συμβολής του Λ.Σ. στην εξέλιξη της ελληνικής ναυτιλίας. Λόγοι άξιοι σημασίας, όχι όμως και ορθού λόγου, εφόσον δεν είναι αυταπόδεικτο πως οι Έλληνες πλοιοκτήτες ήταν απλώς παρόντες(!) στην προσπάθεια(;) αυτή του Λ.Σ...
Η ελληνική ναυτιλιακή επιχείρηση δεν έχει/είχε ανάγκη την ύπαρξη ενός στρατιωτικού εργαλείου στο σχετικό υπουργείο για να μεγαλουργήσει. Προφανώς, κάποιοι εκ των επιχειρηματιών θαλάσσης (και όχι πάντως οι ικανότεροι και επιτυχημένοι της σημερινής εποχής) χρησιμοποιούν την ύπαρξη του Λ.Σ. για ιδιοτελείς μικροσκοπιμότητες.
Όλα όσα αφορούν την ελληνική ναυτιλία μπορούν να αντιμετωπιστούν από υπηρεσίες με εκπαιδευμένους υπαλλήλους στο σχετικό υπουργείο, όπως γίνεται σε όλα τα ανεπτυγμένα και ορθολογικά δομημένα κράτη του κόσμου.
Το πρόβλημα ήταν σημαντικό λόγω της αναποτελεσματικότητας αυτού του υπουργείου. Δεν νομίζω να αντέχει στα σοβαρά η κρίση περί αποτελεσματικού υπουργείου λόγω Λ.Σ. Αν επιχειρείτο αξιολόγηση με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα για τις δημόσιες υπηρεσίες, θα βλέπαμε τα αποτελέσματα.
Για τη σχέση με τις ευρωπαϊκές πολιτικές, τα κοινοτικά προγράμματα και την προετοιμασία προτάσεων και πολιτικών θα ασχοληθούμε με έκδοση τεύχους ανεκδότων... προσεχώς, αν χρειαστεί.
Η απουσία μιας ορθολογικά διαμορφωμένης πολιτικής για τις θαλάσσιες μεταφορές και τα λιμάνια επιδεινώθηκε από το γεγονός ότι οι υπεύθυνοι για τη χάραξή της (εκτελεστική εξουσία - πολιτικοί) όχι απλώς δεν γνωρίζουν συνήθως, ούτε καν έχουν το χρόνο να σκεφτούν και να θέσουν μακροπρόθεσμους στόχους, αλλά λαμβάνουν κατά κανόνα τις αποφάσεις τους έχοντας μέρος της προσοχής τους στη βραχυπρόθεσμη συγκυρία με ό,τι τους ετοιμάζει η υπηρεσία τους. Οι άνθρωποι αυτοί χαράσσουν την πολιτική τους αξιοποιώντας το μόνιμο προσωπικό του υπουργείου και όσους εκ του Λιμενικού Σώματος έχουν μια σχετική ενασχόληση με το θέμα. Να υπενθυμίσουμε ότι το προσωπικό αυτό έχει εκπαιδευτεί να διατηρεί την τάξη στις ακτές... Δυστυχώς, για λόγους που εμπίπτουν στην παθογένεια του συστήματος που αφορούσε στο υπουργείο για τη Ναυτιλία, αυτοί οι άνθρωποι χρεώνονταν και επιχειρούσαν να τα κάνουν όλα! Όπως θα τα έκαναν και όσοι θα ανταποκρίνονταν στις ειδικές απαιτήσεις των καιρών μας. Δηλαδή υπάλληλοι με τεχνοκρατική και εξειδικευμένη γνώση.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι ένα στρατιωτικό σώμα δεν διαβουλεύεται. Δεν συζητά. Το στρατιωτικό οργανωσιακό μοντέλο στηρίζεται αποκλειστικά στην εντολή του προϊσταμένου προς τον υφιστάμενο, εν προκειμένω στη διαταγή. Δεν δοκιμάζουν τη δύναμη των απόψεών τους στο καμίνι και στη δοκιμασία του δημόσιου θεσμοθετημένου διαλόγου.
Τίθεται το ερώτημα: Τα θέματα της ναυτιλίας είναι θέματα που πρέπει να απασχολούν και άλλους πλην της Επιτροπής (Committee), της ΕΕΕ δηλαδή, και του Λ.Σ.;
Η απάντηση είναι μία. Ο Θουκυδίδης διατύπωσε αυτή την ιδέα πριν από πολύ καιρό, στον «Επιτάφιο»: «ἀμαθία μὲν θράσος, λογισμὸς δὲ ὄκνον φέρει». Επιτέλους, τέλος στην ημιμάθεια και στον ξερολισμό. Διάχυση των απόψεων, εμπρός για μηχανισμούς διαβούλευσης. Και όποια σχολή σκέψης αντέξει.Για να δούμε καθαρά, πρέπει να διαλύσουμε την ομίχλη των νεκρών μύθων.
Πρέπει, λοιπόν, πρώτα απ’ όλα, να καταστρέψουμε τους μύθους εκείνους που θολώνουν την όραση και την κρίση μας.
Μύθοι και πραγματικότητες
Μύθος πρώτος: Χωρίς το Λ.Σ. πώς θα ανταποκριθούμε στις διεθνείς απαιτήσεις ως χώρα σε θέματα επί της ναυτιλίας;
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η χρονιά που πέρασε, σημαδεύτηκε από τη διαρκή προσπάθεια για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αριστείας της θαλάσσιας και ναυτιλιακής δραστηριότητας. Ένα συνεκτικό πλαίσιο του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας προς υποστήριξη της αειφόρου χρήσης των ωκεανών και των θαλασσών.
Στη χώρα μας, όμως, η κυρίαρχη κουλτούρα (και αυτό δεν είναι αδιάφορο από το γεγονός ότι η πολιτική του σχετικού υπουργείου σφραγιζόταν από την αντίληψη, κουλτούρα, εκπαίδευση και γνώση ενός στρατιωτικού σώματος, αυτό του Λιμενικού) ήταν αυτή του προηγούμενου αιώνα. Πλην όμως, η καθαρά κλαδική και θεματική προσέγγιση της έρευνας δεν επαρκεί πλέον για τον τόσο σημαντικό τομέα της θαλάσσιας οικονομίας.
Αν ρίξει κάποιος μια ματιά στο βασικό πρόγραμμα των σπουδών του Λιμενικού Σώματος, εύκολα θα διέκρινε πως η εκπαίδευση αυτών των ανθρώπων δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες για:
1) Αντιμετώπιση της πολυπλοκότητας των συστημάτων και των αλληλεπιδράσεων, μέσω ενισχυμένης ενοποίησης της γνώσης και της έρευνας.
2) Προώθηση νέων μορφών διαχείρισης στην έρευνα, με τις οποίες να επιδιωχθεί η επίτευξη ομοφωνίας μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων μερών για τις θαλάσσιες δραστηριότητες και να καθιερωθεί ένας συνεχής διάλογος μεταξύ επιστημόνων, αρμοδίων για τη χάραξη πολιτικής, βιομηχάνων και εκπροσώπων της κοινωνίας.
Η αδυναμία να διαβουλευθούμε, ως χώρα, τεκμηριωμένα για τις απόψεις μας στα όργανα της Ε.Ε. είναι η αιτία που υπονομεύουμε τη δυνατότητα, ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως ολότητα, να εκφράζει τις απόψεις της για τη ναυτιλία και τις θαλάσσιες δραστηριότητες στα διεθνή ναυτιλιακά fora, επιμένοντας υστερικά στην «εθνική(;)» έκφραση...
Είναι προφανές πως μέσα από προσπάθειες αυτομόρφωσης και προσωπικής εξειδίκευσης μεγάλος αριθμός στελεχών του Λιμενικού Σώματος ανταποκρίθηκε, όσο ένα στρατιωτικό σώμα επιτρέπει στις απαιτήσεις αυτές. Πλην όμως, όλοι γνωρίζουν, σε όλα τα επίπεδα, εθνικά και ευρωπαϊκά, ότι υπάρχει ανυπέρβλητο πρόβλημα ανταπόκρισης στη συμμετοχή διαχείρισης των σύγχρονων προβλημάτων.

Μύθος δεύτερος: Ποιος θα διαθέσει την εξειδίκευσή του στα θέματα επί της ναυτιλίας αν όχι το Λ.Σ.;
Πράγματι, το Λιμενικό Σώμα, μόνο στη χώρα μας, δεν εκτελεί απλώς τα καθήκοντα της Ακτοφυλακής, αλλά διαχειρίζεται και διεκπεραιώνει οτιδήποτε αφορά και σχετίζεται με τη ναυτιλία και την πολιτική για τη θάλασσα όλα αυτά τα χρόνια.
Αν λοιπόν θελήσουμε να τοποθετηθούν, οι εργαζόμενοι του Λιμενικού Σώματος, εκεί για το οποίο έχουν εκπαιδευθεί (διαφύλαξη της νομιμότητας στη θαλάσσια ζώνη), τότε θα πρέπει να προγραμματιστεί η αξιοποίηση επιστημονικού πολιτικού προσωπικού για τη στελέχωση του φορέα, που θα ασχοληθεί με την πολιτική επί της ναυτιλίας και των θαλάσσιων δραστηριοτήτων. Τέτοιο προσωπικό υπάρχει στη χώρα μας και μάλιστα πανεπιστημιακού επιπέδου. Μέχρι τότε, όμως, η εμπειρία και η γνώση των στελεχών του Λ.Σ. είναι χρήσιμη και η προσφορά τους πρέπει να διασφαλιστεί τυπικά και ουσιαστικά.
Είναι ενδιαφέρον ότι έρευνα για τα προβλήματα που υπάρχουν στο Λιμενικό Σώμα και τις προτεραιότητες κατέληγε στο συμπέρασμα πως το Λιμενικό προσπαθεί να κάνει το έργο του «με παρωχημένη φυσιογνωμία, με γερασμένη οργάνωση, με αναχρονιστικές δομές και με τεράστιες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό και μέσα που δυσκολεύουν καθημερινά την αποτελεσματικότητά του».

Μύθος τρίτος: Θαλάσσια οικονομία και Λ.Σ. είναι απόλυτα συνδεδεμένα.
Ο φορέας διαχείρισης των θεμάτων της θαλάσσιας οικονομίας δεν μπορεί παρά να διαθέτει διεπιστημονικής σύνθεσης επιστημονικό προσωπικό, υψηλής εξειδίκευσης, για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του τομέα που συμπεριλαμβάνει: Θαλάσσιες μεταφορές, λιμένες, ναυπηγεία, ενέργεια από τη θάλασσα, αλιεία, υδατοκαλλιέργεια, τουρισμό, παράκτιες ζώνες, νέους πόρους και γαλάζια βιοτεχνολογία (αναδυόμενος τομέας με προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης 10% ετησίως και παγκόσμια αγορά 2,4 δισ. ευρώ) κ.λπ.
Στο πλαίσιο αυτής της αντίληψης, πολλές χώρες στον κόσμο έχουν ήδη ξεκινήσει να εργάζονται για νέα δίκτυα πολιτικής για τη βιώσιμη χρήση των ωκεανών και των θαλασσών, που περιλαμβάνουν κάθε πτυχή των συναφών προς τη θάλασσα θεμάτων και θέτουν σαφείς, προκαθορισμένους στόχους, υιοθετώντας μια διατομεακή και εγκάρσια προσέγγιση.
Στην Ελλάδα θα παραμείνουμε ράθυμα στη νοοτροπία του προηγούμενου αιώνα; Σε κάθε περίπτωση είναι μια ευκαιρία, ως χώρα, να ξεπεράσουμε ταμπού και να αρχίσει ένας ουσιώδης και φερέγγυος διάλογος με όσους διεκδικούν να είναι ηγέτες στο χώρο, ελευθερώνοντας την ελληνική ναυτιλία από δογματικές πεποιθήσεις του παρελθόντος, που λειτούργησαν ως γάγγλια τις τελευταίες δεκαετίες.

Μύθος τέταρτος: Το λόγο πρέπει να έχουν κατ’ αρχήν οι πλοιοκτήτες και συγκεκριμένα οι εκπρόσωποί τους.
Η ναυτιλία αποτελεί πόρο για τη χώρα, με σημαντική συμβολή στο ΑΕΠ αυτής, στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών της και στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Εκτιμάται ότι προσφέρει απασχόληση σε περισσότερους από 16.000 Έλληνες ναυτικούς. Επιπλέον, οι περίπου 1.200 ναυτιλιακές εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα προσφέρουν απασχόληση σε περίπου 12.500 άτομα, η πλειονότητα των οποίων είναι Έλληνες πολίτες. Και αθροιστικά, δηλαδή σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις και σε εταιρείες που παρέχουν επικουρικές προς τη ναυτιλία υπηρεσίες, απασχολούνται περίπου 200.000 άτομα.
Η ελληνική ναυτιλιακή επιχείρηση δεν παρακολούθησε τη δυναμική εξέλιξη για προσαρμογή στην door to door μεταφορά, με αποτέλεσμα να είναι απλώς ο «υπεργολάβος» στους «Mega-carriers». «Θαλάσσιοι αγωγιάτες», όπως σκωπτικά θα έλεγε ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Η επιλογή αυτή, στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου καταμερισμού, ερμηνεύει γιατί σε συνθήκες κρίσης η ελληνική ναυτιλιακή επιχείρηση θα υποστεί τη μεγαλύτερη ζημιά. Ο υπεργολάβος έχει λιγότερα και αβέβαια ναυλοσύμφωνα...
Η υποστήριξη, σε επίπεδο έρευνας, μετάδοσης τεχνογνωσίας, προσαρμογής στο νέο τεχνοδυναμικό περιβάλλον των θαλάσσιων μεταφορών, του Έλληνα πλοιοκτήτη ήταν και παραμένει ανύπαρκτη. Θεσμοί επιστημονικοί, πολιτικοί και επιμελητήρια αγνοούν την αδήριτη αυτή ανάγκη, σιωπώντας αμήχανα στο θαύμα των υψηλών επιδόσεων στις περιόδους ανόδου της ναυλαγοράς και κουνώντας το κεφάλι καρτερικά στα κανόνια που σκάνε σε περιόδους όπως η σημερινή.
Αναρωτιέται κανείς εάν είναι τυχαίο που η βαριά βιομηχανία της χώρας μας, η ναυτιλία, μέσα από τους θεσμούς εκπροσώπησής της, δεν διεκδίκησε να διευκολυνθεί με κάποιον τρόπο από το πακέτο στήριξης που διατίθεται από το κράτος για τη διαχείριση της κρίσης. Δεν υπάρχει κρίση στη ναυτιλία ή κάποιοι επιδιώκουν να δημιουργηθούν συνθήκες κανιβαλισμού, και αυτοί που έχουν «καβάτζα» να «κατασπαράξουν» όσους παρουσιάσουν αδυναμία και δεν θα έχουν τη σχετική υποστήριξη; Φοβάμαι το δεύτερο...

Η τύχη της ναυτιλίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι αδιάφορη για την ελληνική κοινωνία και οικονομία συνεπώς και για την πολιτική.
Η πολιτική της χώρας μας για τη ναυτιλία, εδώ και χρόνια πράγματι συνεπής, ήταν αυτή της τυφλής υποστήριξης απόψεων που αντιδρούσαν έστω και σε στοιχειώδεις ρυθμιστικές παρεμβάσεις για τη λειτουργία της αγοράς (να θυμηθούμε τη στάση τότε για τα διπλά τοιχώματα;). Τα τελευταία χρόνια αυτή η πραγματικότητα έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα σε επιλογές της Ε.Ε. για ενιαίες δράσεις της Ένωσης. Είναι μια πολιτική που ακολουθεί κακώς εννοούμενα συμφέροντα της ελληνικής πλοιοκτησίας με εμφανή τα στοιχεία μιας επιλογής(;) που πορεύεται τυφλά, χωρίς σχέδιο, χωρίς στόχους, χωρίς ρυθμό. Το δίλημμα είναι αν η χώρα μας θα αποφασίσει επιτέλους για τη ναυτιλία επιλογές για την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ολοκλήρωση ή προς την αμοιβαδοποίηση και τον κατακερματισμό υπέρ ελαχίστων αμφιλεγόμενων συμφερόντων. Θα επιχειρηθεί η πλήρη ενσωμάτωση και ο συγχρονισμός της ελληνικής πολιτικής για τη ναυτιλία με τον ανεπτυγμένο κόσμο ή προς την υποβάθμιση και την περιθωριοποίησή της.
Στις συνθήκες αυτές, χείριστη υπηρεσία προσφέρουν όλοι εκείνοι που βαδίζουν το δρόμο του τυφλού ελληνοκεντρισμού στη ναυτιλία (μόνιμος λαϊκισμός) και της επικράτησης της μετριοκρατίας στους χώρους ηγεσίας και υποστήριξης του τομέα. Όσοι με συνθήματα αποπροσανατολίζουν επί πολλά χρόνια τη διαμάχη μεταξύ «περιφερειακών» ρυθμίσεων, όπως ονομάζουν τις προθέσεις τις Ε.Ε. για ρυθμιστικές παρεμβάσεις στον τομέα, σε αντιπαράθεση με τις απευθείας παρεμβάσεις των κρατών σε παγκόσμιους οργανισμούς όπως ο ΙΜΟ και προτάσσουν ιδεολογικές σκιαμαχίες, για να συγκαλύψουν την έλλειψη ουσιαστικού σύγχρονου, επιχειρηματικού, τεκμηριωμένου λόγου. Η χώρα θέλει νέα θεσμικά εργαλεία και τους κατάλληλους ανθρώπους που θα τα χρησιμοποιήσουν. Το σχετικό υπουργείο, με τη συγκεκριμένη υπηρεσιακή δομή, όχι απλώς ήταν ανεπαρκές και αναποτελεσματικό, αλλά και επικίνδυνο εργαλείο για το κράτος και την οικονομία.

Το πνεύμα του εκσυγχρονισμού της λειτουργίας του ναυτιλιακού Cluster στη χώρα μας υπάρχει.
Ποιο είναι σήμερα το καθήκον των δυνάμεων που επιθυμούν τον εκσυγχρονισμό της ναυτιλιακής πολιτικής της χώρας μας, για μια ισχυρή ναυτιλία και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις που την υποστηρίζουν και συνυπάρχουν με αυτή; Μια καινούργια σύνθεση ανάμεσα στην ελεύθερη αγορά στη ναυτιλία, στους θεσμούς ρύθμισης για θέματα που αφορούν τη σχέση του τομέα με θέματα κοινωνικής συνοχής και η αξιοποίηση ερευνητικών και άλλων επιστημονικών θεσμών γνώσης για σχεδιασμό του παρόντος αλλά πολύ περισσότερο του μέλλοντος. Ελεύθερη αγορά με κανόνες λειτουργίας και υποστήριξης της δημιουργικής επιχειρηματικότητας, μακριά από τη λογική του μεγάλου που θα κατασπαράξει το μικρό ψάρι στον τομέα. Συμμετοχή και θεσμοί μ’ ένα ισχυρό Cluster από τους πολλούς γνώστες των σχετικών αγορών (επιχειρηματίες, επιστήμονες κ.ά.) που η χώρα μας διαθέτει, χωρίς αναχρονισμούς και συγκεντρωτική διαχείριση των πολιτικών αποφάσεων.