Αντιγράφουμε από το θαυμάσιο Στάθη Σταυρόπουλο -Ναυτίλο της "Ελευθεροτυπίας"
νόμος αυτό-νομος
«Στα μέσα του 1769 οι ξακουστοί κλέφτες των Αγράφων και του Βάλτου, καθώς και οι αρματωλοί των μερών εκείνων κατεβαίνουν γιομάτοι ενθουσιασμό και πίστη στον αγώνα: ο Σταθάς Γερωδήμος, οι Γριβαίοι, ο Γεώργιος Λαχούρης, ο Παλαμάς, ο Γουλιμής, ο Σισμάνης, ο Λωρής, ο Κομνάς Τράκας, ο Καλπούζος και στην Αττική ο Μητρομάρας.»*
Αυτούς προφανώς θα εννοεί ο κυρ Πάγκαλος «αγράμματους χωριάτες» που αποσχίσθηκαν απ' τους Οθωμανούς. «Κοπρίτες» που δεν ήξεραν ότι είναι Έλληνες, τζάμπα κόπηκαν όλοι απ' το τούρκικο μαχαίρι, αυτοί το 1771, με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, άλλοι νωρίτερα, άλλοι αργότερα κι όλοι διαρκώς επί τέσσερις αιώνες, έτσι για πλάκα, ώσπου να αποχτήσει ο Πάγκαλος χωράφια στο Κορωπί...
..............................
* («Κοσμάς ο Αιτωλός», του Φάνη Μιχαλόπουλου, «Εναλλακτικές Εκδόσεις»)...
Και μέσα στο κέντρο της Πόλης,
στη Μέση Οδό
έστησε ο Γιωργάκης
ψηλό σαν αιγυπτιακόν οβελίσκο,
ορατό από παντού, όπως ο Στήλος του Θεοδόσιου στη Νέα Ρώμη,
ζοφερό,
από σκοτεινό γρανίτη φτιαγμένο,
το άγαλμα του Φόβου.
Να υπερυψούται
επί των ανθρώπων κι επί τας κεφαλάς όλων, όπως η σπάθη του Δαμοκλή - με το
ένα του μάτι να βλέπει τα πάντα.
Εστησε το άγαλμα του Φόβου ο Παπανδρέου, μέσα και πάνω απ' την Πόλη, περίτρομοι να το αντικρίζουν οι πολίτες, κι αυτό, Μολώχ, να διαλέγει ποιους θα φάει σήμερα και ποιους θα αφήσει για αύριο.
Είναι το άγαλμα αυτό σαν τον Κολοσσό της Ρόδου -όχι όμως φτιαγμένο από φως, αλλά από μοχθηρό βαθύ σκοτάδι
μια μαύρη τρύπα που ρίχνει αδηφάγα τη σκιά της πάνω στην Πόλη, όπως τα αθώα και σεμνά καμπαναριά ρίχνουν τη δική τους στις ενορίες, ακολουθώντας αντίστροφα την τροχιά τού (ανίκητου κάποτε) ήλιου...
*****
Μπροστά σε αυτό το άγαλμα του Φόβου
ο Παπανδρέου έστησε βωμό
και σε αυτόν τον βωμό οι πολίτες -πες οι υπήκοοι- καλούνται κάθε μέρα να θυσιάζουν και να αποδίδουν τιμές
(σε συνεχώς αυξανόμενες τιμές) στους θεούς του κράτους, στο Παγκόσμιον Πάνθεον των τόκων, των κερδών και της ανταγωνιστικότητας.
Ο εργάτης που φοβάται μη χάσει τη δουλειά του, θυσιάζει.
Ο υπάλληλος που φοβάται μην του μειώσουν κι άλλο τον μισθό, θυσιάζει.
Ο φοιτητής που φοβάται πως δεν θα βρει δουλειά, θυσιάζει.
Ο πατέρας που τρέμει για το μέλλον των παιδιών του, θυσιάζει.
Κι όποιος δεν θυσιάζει, θυσιάζεται.
Όποιος είναι ασεβής και δεν αποδίδει τα του Καίσαρος τω Καίσαρι οδηγείται στο αμφιθέατρο.
Στιγματίζεται, άλλοτε ως «τεμπέλης», άλλοτε ως «ρετιρέ», άλλοτε ως «κοπρίτης» και στέλνεται στο πυρ το εξώτερον -στα θηρία της αρένας,
αποσυνάγωγος, παρίας, «κάθαρμα», βδέλυγμα και μίασμα.
Το άγαλμα του Φόβου
είναι αφιερωμένο στον θεό της Ζούγκλας - μόνον οι ισχυρότεροι να επιβιώνουν και να τον δοξάζουν, ενώ οι ασθενέστεροι να τιμωρούνται - τι πιο φυσικό; το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό κι ο πλούσιος του φτωχού τ' αρνί.
...................................
Και η Πόλη φοβάται.
Και προσκυνάει.
Για την ώρα νεκρή.
Και ακούει. Τους μουεζίνηδες της προπαγάνδας να σκούζουν από ψηλά, από τους μιναρέδες του Ναού, σαν κατοχικά μεγάφωνα, τον Κανόνα
σήμερα του Μνημονίου, χθες του Σουλτάνου, αύριο του Υπατου Αρμοστή.
Εναν κανόνα απλόν, να τον καταλαβαίνουν χωρίς δυσκολία και οι πιο κουτοί πιστοί: «δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά μόνον ο Μονόδρομος».
Αρχαίο και σοφό το Ιερατείο που λειτουργεί τον Ναό του Φόβου, τον Ναό του θεού της Ζούγκλας. Ιερείς-δημοσιογράφοι, ιερείς-πολιτικοί, ιερείς-ακαδημαϊκοί
σύμπασα και ολοκληρωτική η ομοιογενοποιημένη σκέψη
στην υπηρεσία
του Μαμωνά, του Μονεταρισμού: όλα είναι φράγκα, όλα είναι δούναι και λαβείν, λύειν και δεσμείν, ένας είναι ο θεός οι Δυνατοί.
Για αυτούς ζούμε, αυτούς υπηρετούμε, για αυτούς πεθαίνουμε. Και προφήτης αυτών ο Γιωργάκης -σήμερα. Αύριο άλλος.
Αλλά, όχι ακριβώς προφήτης. Καντηλανάφτης.
Στον Ναό του Φόβου, στο Κράτος της Θλίψης...
ΣΤΑΘΗΣ Σ. 5.Ι.2011 stathis@enet.gr